Τ'όνομά της σήμαινε φεγγαρόφωτο κι από τις πέντε κόρες του Μεγάλου Βεζίρη ήταν η πιο όμορφη κι η πιο προικισμένη, πρώτη στα γράμματα αλλά και τις τέχνες, πνεύμα ανήσυχο κι ανυπότακτο, τόσο που έκανε την καρδιά της μάνας της να τρέμει κάθε που αναλογιζόταν το μέλλον.
Γιατί βαθιά μέσα της, ήξερε πολύ καλά πως η Aiyla δύσκολα θα χωρέσει στα καλούπια και τις νόρμες που όφειλε να υπακούει κάθε θηλυκό της τάξης τους.
Τα χρόνια πέρασαν και σαν έφτασε την ηλικία των 16, σε μια φανταχτερή γιορτή, ενώπιον όλης της οικογένειας και πλήθους επισήμων, ο Βεζίρης παρουσίασε το μέλλοντα άντρα της, έναν πάμπλουτο τσιφλικά με τα τριπλά της χρόνια. Είχαν ήδη συζητήσει και συμφωνήσει μάλιστα, τόσο τα περιουσιακά, όσο και την ημερομηνία τέλεσης του γάμου, σ'ένα μήνα ακριβώς από τη μέρα εκείνη, την 6η του Νοέμβρη.
Η Aiyla παρ'όλη την πίκρα που πήρε δεν είπε λέξη.
Ο μήνας κύλησε δίχως την παραμικρή αντίρρηση ή παρέκκλιση από το πρόγραμμα.
Μόνη παραφωνία ήταν που η μέλλουσα νύφη ζήτησε από τη μάνα της αντί άλλου δώρου, να της αγοράσει πινέλα, χαρτιά και χρώματα κι αυτή, παρότι της φάνηκε περίεργο, της έκανε το χατήρι.
Ο γάμος έγινε την προκαθορισμένη μέρα και ώρα με όλες τις τιμές και την επισημότητα που προβλέπει το πρωτόκολλο κι από την επόμενη κιόλας μέρα η νεόνυμφη αποτραβήχτηκε σιωπηλή στο πιο απομακρυσμένο δωμάτιο του αρχοντικού του συζύγου της κι άρχισε να σκαρώνει μ'ένα φρενήρη ρυθμό κάτι ακατανόητες ζωγραφιές. Ανακατεμένες, πέρα ως πέρα αφηρημένες πινελιές στους τόνους του μπλε και του μωβ και του πράσινου, που νόημα κανένα δεν έβγαζαν κι όσοι τις κοιτούσαν έλεγαν από μέσα τους "πάει το κορίτσι, τρελάθηκε...".
Τρέξαν οι βδομάδες, έφυγαν οι μήνες, πέρασε ένας χρόνος χωρίς να σταματήσει να μουτζουρώνει τα χαρτιά κι όταν ανήμερα της επετείου του γάμου της, ήρθαν οι υπηρέτες να την αναζητήσουν και να τη βοηθήσουν να ετοιμαστεί για την περίσταση, η Aiyla ήταν άφαντη.
Οι ζωγραφιές της, άλλες πεταμένες δεξιά κι αριστερά, άλλες σε στοίβες, παρατημένες στο πάτωμα του αχανούς δωματίου, αλλά η ίδια και τα σύνεργα της ζωγραφικής πουθενά!
Έντρομοι τρέξαν οι υπηρέτες, τα ποδοβολητά κι οι φωνές τους ακούστηκαν σε κάθε γωνιά του αρχοντικού αλλά χωρίς αποτέλεσμα: το κορίτσι άφαντο, λες κι είχε εξατμιστεί...
Από τότε μέχρι και σήμερα, 400 χρόνια μετά και βάλε, κάθε 6 του Νοέμβρη, την αυγή και το σούρουπο, αν στρέψεις το βλέμμα σου ψηλά στον ουρανό της Πόλης, πάνω από τους τρούλους και τους μιναρέδες θα δεις χρώματα παράξενα, σα πινελιές ανάκατες στους τόνους του μπλε και του μωβ και του πράσινου, φαινόμενο που κανείς, επιστήμονας, ιερωμένος ή άλλος δεν έχει ακόμα καταφέρει να εξηγήσει.
The meaning of her given name was moonlight and Aiyla was by far the most beautiful and gifted of the Great Vizier's five daughters; she shone in both science and arts, such a restless and impetuous spirit, that her mother's heart trembled in fear every time she contemplated about her future.
For in her heart she was well aware that her daughter would hardly fit into the molds and norms that every female of their class was expected to obey.
As the years went by and once she reached her 16th birthday, at a fancy feast, in front of her entire family and a big crowd of dignitaries, her father, the Great Vizier proudly introduced her future husband, a wealthy laird, triple her age. They had already reached an agreement on both the property arrangements and the date of the wedding, one month later, on November the 6th.
Despite her bitterness and sorrow, Aiyla didn't say a single word.
One month passed on by without the slightest objection or deviation from the schedule.
The only dissonance was that the bride-to-be asked her mother to buy her brushes, papers and paints instead of any other gift and she, though it seemed strange, agreed to her daughter's request.
The wedding took place on the appointed day and time with all the honours and solemnity prescribed by the protocol. Starting the very next day, the newlywed silently retired to the farthermost chamber of her husband's mansion and began sketching at a frantic pace some utterly incomprehensible drawings. Stirred, far-fetched, abstract brushstrokes in blue, purple and green tones, making no sense at all and anyone looking at them said to themselves "...poor girl, she's gone completely bonkers..."
Weeks passed on, months ran by, a whole year elapsed without a single pause to her relentless scribbling and on the very day of her wedding anniversary, when the servants penetrated into her hermitage to help her get ready for the occasion, Aiyla was nowhere to be found.
Some of her paintings scattered around, others piled up, abandoned on the vast room wooden floor, but Aiyla and her painting kit were simply gone.
The servants rushed in fear, hasty footsteps and dreaded voices were heard all over the mansion, to no avail: the girl was missing, as if she had evaporated...
Every year since that day, on the 6th day of November, at dawn and dusk, if one looks up, just above the domes and minarets, he can clearly spot bunches of scattered, blurry brushstrokes in blue, purple and green tones covering the skies of Istanbul, a sight that nobody, scientist, priest or whatever, has been able to explain until now, more than 400 years later.
Gear used: Fujifilm instax 100 camera / Fujifilm instax wide film (expired) /
Magic markers (water based) / Various size brushes / Q-tips / Alcohol / Tap water / Lots of experimenting and patience.
Comments